δυσκηδής
From LSJ
Full diacritics: δυσκηδής | Medium diacritics: δυσκηδής | Low diacritics: δυσκηδής | Capitals: ΔΥΣΚΗΔΗΣ |
Transliteration A: dyskēdḗs | Transliteration B: dyskēdēs | Transliteration C: dyskidis | Beta Code: duskhdh/s |
ές, (κῆδος)
A full of misery, δυσκηδέα νύκτα φυλάσσω Od.5.466. II (κήδομαι) δυσκηδέα· δυσφύλακτον, χαλεπόν, Hsch.
[Seite 682] ές, sorgenschwer, νύξ Od. 5, 466; ἅπαξ εἰρημέν.; vgl. ἀκηδής, λαθικηδής, πολυκηδής, προσκηδής.