Τὰ πάντα ῥεῖ καὶ οὐδὲν μένει → Everything flows and nothing stands still
[ῐ], Dor. for ἡνίκα.
[Seite 237] dor. = ἡνίκα.
ἁνίκα: [ῐ], Δωρ. ἀντὶ ἡνίκα.