ἀντιδάκτυλος
From LSJ
ἀσμένῳ δέ σοι ἡ ποικιλείμων νὺξ ἀποκρύψει φάος → glad wilt thou be when night, arrayed in spangled garb, shuts out the light
English (LSJ)
ὁ,
A thumb, Aq.Ex.29.20. II in Metric, dactyl reversed, anapaest, Diom.1.478K., Choerob.in Heph.p.215C.
German (Pape)
[Seite 250] ὁ, umgekehrter Daktylus, d. i. Anapäst, Schol. Steph. p. 159 Gaisf.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιδάκτῠλος: ὁ, ὁ ἀντίχειρ, Ἀκύλας Π. Διαθ. ΙΙ. παρὰ τοῖς μετρικοῖς, ἀνεστραμμένος δάκτυλος, ἤτοι ἀνάπαιστος (υ υ -).