ἰχνευτικός
From LSJ
τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασιν → who on this day shall receive Oedipus the wanderer with scanty gifts
English (LSJ)
ή, όν,
A good at tracking, κύων Ael.NA6.59, Arr. Epict.1.2.34, Ph.2.38.
German (Pape)
[Seite 1277] zum Spüren geschickt, κύων Ael. H. A. 6, 59 u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἰχνευτικός: -ή, -όν, ἱκανὸς εἰς τὸ ἀνιχνεύειν, κύων Αἰλ. π. Ζ. 6. 59. - Ἐπίρρ. -κῶς, δι’ ἰχνεύσεως, Εὐστ. Πονημάτ. 174. 51.