Τὸ δ' ἐκ τυράννων αἰσχροκέρδειαν φιλεῖ → The race of tyrants loves shameful profit
[Seite 717] ep. = ἔλπομαι.
ἐέλπομαι: Ἐπ. ἀντὶ ἔλπομαι.
épq. c. ἔλπομαι.
see ἔλπομαι.
v. ἔλπω.