ακριτοέπεια

From LSJ

Λόγοις δ' ἐγὼ φιλοῦσαν οὐ στέργω φίλην → I do not care for the friend who loves in word alone

Sophocles, Antigone, 543

Greek Monolingual

η ἀκριτοεπής
το να μιλά κανείς χωρίς κρίση, απερίσκεπτα, ανόητα.