Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αμπελογνωσία

From LSJ

Νέος πεφυκὼς πολλὰ χρηστὰ μάνθανε → Dum floret aetas, disce, quod scitum decet → In jungem Alter lerne viel, was brauchbar ist

Menander, Monostichoi, 373

Greek Monolingual

η
η γνώση τών σχετικών με την άμπελο ως προς την καλλιέργεια, τις ασθένειες, κ.λπ.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < άμπελος + -γνωσία < γνώσις ή γνωτός < γιγνώσκω. Η λέξη πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον Θ. Ορφανίδη, βοτανολόγο].