σύμμικτον εἶδος κἀποφώλιον βρέφος → an infant of mixed appearance, born to sterility
ἀντικρίνω (Α)1. κρίνω με τη σειρά μου αυτόν που με κρίνει2. παραβάλλω, συγκρίνω3. οδηγώ τον εαυτό μου σε αναμέτρηση με κάποιον.