δειγματοάρτης

From LSJ

μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δειγμᾰτοάρτης Medium diacritics: δειγματοάρτης Low diacritics: δειγματοάρτης Capitals: ΔΕΙΓΜΑΤΟΑΡΤΗΣ
Transliteration A: deigmatoártēs Transliteration B: deigmatoartēs Transliteration C: deigmatoartis Beta Code: deigmatoa/rths

English (LSJ)

δειγματοάρτου, ὁ, inspector of the market, POxy.63.8 (ii/iii A.D.), PLond.3.1159.39 (ii A.D.).

Spanish (DGE)

-ου, ὁ pesador de muestras funcionario litúrgico encargado de pesar muestras de cereales para evitar fraudes τοὺς δειγματοάρτας ... ἀναπέμψαι πρὸς ζυγοστα[σ] ίαν POxy.63.8 (II/III d.C.), cf. PLond.1159.37, 40, BGU 1894.49 (ambos II d.C.).

Greek Monolingual

δειγματοάρτης, ο (Α)
επιθεωρητής, επόπτης της αγοράς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δείγμα (-ατος) + αίρω «υψώνω, σηκώνω»].