Ζῆν οὐκ ἔδει γυναῖκα κατὰ πολλοὺς τρόπους → Nullam esse decuit feminam multis modis → Kein Leben steht der Frau aus vielen Gründen zu
δειλοκοπῶ (-έω) (Α)εξαπατώ ή τρομοκρατώ.[ΕΤΥΜΟΛ. < δειλός + -κοπώ < -κοπος < κόπτω (πρβλ. δοξοκοπώ, σεμνοκοπώ)].