δισήμαντος
From LSJ
ὁμοῦ ἦν καὶ ἔχειν τὴν πόλιν καὶ τὸ γένος ὅλον μετὰ τῆς πόλεως → it was much the same thing to have the city and to have the whole race together with the city
Spanish (DGE)
-ον de significado doble Eust.948.3.
Greek Monolingual
-η, -ο
αυτός που έχει δύο σημασίες, διφορούμενος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δισ- (βλ. δις) + σημαίνω. Η λ. μαρτυρείται από το 1897 στην εφημερίδα Ακρόπολις].