εὐδιάσπαστος

From LSJ

δι' ἐμοῦ βασιλεῖς βασιλεύουσιν, καὶ οἱ δυνάσται γράφουσιν δικαιοσύνην → through me kings rule, and princes dictate justice (Proverbs 8:15, LXX version)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐδιάσπαστος Medium diacritics: εὐδιάσπαστος Low diacritics: ευδιάσπαστος Capitals: ΕΥΔΙΑΣΠΑΣΤΟΣ
Transliteration A: eudiáspastos Transliteration B: eudiaspastos Transliteration C: evdiaspastos Beta Code: eu)dia/spastos

English (LSJ)

εὐδιάσπαστον, easily torn asunder, χάραξ Plb. 18.18.9.

German (Pape)

[Seite 1062] leicht zu zerreißen, zu zersprengen, χάραξ, Pol. 18, 1, 9.

Russian (Dvoretsky)

εὐδιάσπαστος: легко разрываемый, легко разрушаемый (χάραξ Polyb.).

Greek (Liddell-Scott)

εὐδιάσπαστος: -ον, εὐκόλως διασπώμενος, ἐξαγόμενος ἐκ τῆς γῆς εἰς ἣν ἐνεπάγη, ἐπὶ χαράκων, Πολύβ. 18. 1, 9.

Greek Monolingual

εὐδιάσπαστος, -ον (Α)
αυτός που διασπάται εύκολα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -διασπαστος (< διασπώ), πρβλ. αδιάσπαστος, δυσδιάσπαστος.