εὐρυνεφής
From LSJ
ἤτοι ἐμοὶ τρεῖς μὲν πολὺ φίλταταί εἰσι πόληες Ἄργός τε Σπάρτη τε καὶ εὐρυάγυια Μυκήνη → The three cities I love best are Argos, Sparta, and Mycenae of the broad streets
English (LSJ)
εὐρυνεφές, lord of spreading clouds, Ζεύς B.15.17.
Greek (Liddell-Scott)
εὐρυνεφής: -ές, ὁ ἔχων εὐρέα νέφη, εὐρυνεφεῖ Κηναίῳ Ζηνὶ Βακχυλ. XV (XVI), 17, ἔκδ. Blass.
Greek Monolingual
εὐρυνεφής, -ές (Α)
αυτός που έχει πλατιά σύννεφα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευρυ- + -νεφης (< νέφος), πρβλ. ερυθρονεφής, πυκνονεφής].