θήρημα
From LSJ
Πρὸς εὖ λέγοντας οὐδὲν ἀντειπεῖν ἔχω → Loquenti bene, quod contradicam, habeo nihil → Wenn einer gut spricht, kenn' ich keinen Widerspruch
Πρὸς εὖ λέγοντας οὐδὲν ἀντειπεῖν ἔχω → Loquenti bene, quod contradicam, habeo nihil → Wenn einer gut spricht, kenn' ich keinen Widerspruch
Full diacritics: θήρημα | Medium diacritics: θήρημα | Low diacritics: θήρημα | Capitals: ΘΗΡΗΜΑ |
Transliteration A: thḗrēma | Transliteration B: thērēma | Transliteration C: thirima | Beta Code: qh/rhma |
θηρητήρ, θηρήτειρα, θηρήτωρ, Ion. for θήραμα, etc.
[Seite 1209] τό, ion. = θήραμα, Arist. scol. Iac. 1.
θήρημα: ἡ ион. = θήραμα.
θήρημα: θηρητήρ, -ήτειρα, -ήτωρ, Ἰων. ἀντὶ θήρᾱμα, κτλ.
θήρημα, τὸ (Α)
ιων. τ., βλ. θήραμα.