ἐλπίδες ἐν ζωοῖσιν, ἀνέλπιστοι δὲ θανόντες → hope is for the living, while the dead despair
η (Α θυμίασις) θυμιώθυμιάτισμα, λιβάνισμααρχ.αναθυμίαση, εξάτμιση («θυμιάσεων τῶν ἀπὸ τῆς γῆς», Πορφ.).