ισονομία

From LSJ

Ἡ δὲ Σελήνη γενομένη μὲν ἐκ τῆς ἀντανακλάσεως τοῦ ἡλιακοῦ φωτὸς → the moon having been made from the reflection of sunlight (Vettius Valens, Anthologies 1.14)

Source

Greek Monolingual

η (Α ἰσονομία, ιων. τ. ἰσονομίη) ισόνομος
ισότητα πολιτικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, πολιτική ισότηταἰσονομία ἐν γυναιξὶ πρὸς ἄνδρας και ἀνδράσι πρὸς γυναῖκας», Πλάτ.)
αρχ.
ίση διανομή, ίσο μερίδιο, αναλογία, ισορροπία.