κατὰ τὸν δεύτερον, φασί, πλοῦν τὰ ἐλάχιστα ληπτέον τῶν κακῶν → we must as second best, as people say, take the least of the evils
καινόσοφος, -ον (Α)
πάπ. ο προερχόμενος από νέα σοφία, από πρόσφατη μάθηση («καινόσοφος προθυμία», πάπ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < καινός + σοφός.