πόθῳ δὲ τοῦ θανόντος ἠγκιστρωμένη ψυχὴν περισπαίροντι φυσήσει νεκρῷ → pierced by sorrow for the dead shall breathe forth her soul on the quivering body
το (Μ καπόνιν)
ευνουχισμένος πετεινός
νεοελλ.
ναυτ. εξάρτημα του πλοίου που χρησιμεύει για ανάρτηση και στήριξη αντικειμένων, η επωτίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. cappone (< λατ. capo)].