κερχναλέος

From LSJ

πάρειμι δ' ἄκων οὐχ ἑκοῦσιν, οἶδ' ὅτι → I'm here unwilling, before those who don't want me, I'm sure

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κερχναλέος Medium diacritics: κερχναλέος Low diacritics: κερχναλέος Capitals: ΚΕΡΧΝΑΛΕΟΣ
Transliteration A: kerchnaléos Transliteration B: kerchnaleos Transliteration C: kerchnaleos Beta Code: kerxnale/os

English (LSJ)

v. κερχαλέος.

German (Pape)

[Seite 1426] = κερχαλέος, Galen.

Greek Monolingual

κερχναλέος, -α, -ον (Α)
δ. γρφ. του κερχαλέος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συμφυρμό τών κέρχνος (II) και κερχαλέος.