μεγάλα ταῖς ἐλπίσι περινοέω → cherish great anticipations, form great projects
κορακούδι, τὸ (Μ)μικρός κόρακας.[ΕΤΥΜΟΛ. < κόραξ, -κος + υποκορ. κατάλ. -ούδι (πρβλ. αγγελούδι, μαθητούδι)].