ὥστε πλείους ἢ χιλίας ἱεροδούλους ἐκέκτητο ἑταίρας → it owned more than a thousand temple-slaves, courtesans
λινοξός, ὁ (Α)αυτός που κοπανίζει το λίνο.[ΕΤΥΜΟΛ. < λίνον + -ξός (< ξέω), πρβλ. λααξός].