διὰ τῆς σιωπῆς πικρότερον κατηγορεῖ → through silence you accuse yourself more harshly (Menander)
ο (Μ μακρογένης και μακρυγένης)αυτός που έχει μακριά γενειάδα.[ΕΤΥΜΟΛ. < μακρ(ο)- + -γένης (< γένειον), πρβλ. κοκκινογένης, ψαρογένης)].