ξάνθιο
From LSJ
Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?
Greek Monolingual
το (Α ξάνθιον)
ποώδες μονοετές φυτό της οικογένειας τών συνθέτων, με άνθη κίτρινα και καρπούς μεγάλους και ακανθώδεις και με δύο είδη, γνωστά σήμερα και με τις κοινές ονομασίες κολλητσίδα και ασπράγκαθο
αρχ.
ξυρίς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξανθός. Το φυτό ονομάστηκε έτσι, επειδή το χρησιμοποιούσαν για να ξανθύνουν το τρίχωμα τών αλόγων].