πλήτης

From LSJ

ἔσῃ γὰρ ὡς πετεινοῦ ἀνιπταμένου νεοσσὸς ἀφῃρημένος → for you will be as a nestling taken away from a bird that is flying

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πλήτης Medium diacritics: πλήτης Low diacritics: πλήτης Capitals: ΠΛΗΤΗΣ
Transliteration A: plḗtēs Transliteration B: plētēs Transliteration C: plitis Beta Code: plh/ths

English (LSJ)

πλησιαστής, Hsch. πλητήσαντα· δηλοῦντα, Id. πλητίνες· δέλτοι, Id. πλῆτο, 3sg. aor. Pass. both of πίμπλημι and of πελάζω.

German (Pape)

[Seite 636] ὁ, ion. statt πελάτης, Hesych.

Greek Monolingual

ὁ, Α
(κατά τον Ησύχ.) «πλησιαστής».
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. έχει σχηματιστεί από τη ρίζα pelā- του πέλας, με μηδενισμένο το πρώτο φωνήεν και απαθές το δεύτερο, + κατάλ. -της].