Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

πλοκάμι

From LSJ

θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς, ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν, ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν, ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ, τόθ' ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. → Death is nothing to us, since when we are, death has not come, and when death has come, we are not.

Epicurus, Letter to Menoeceus

Greek Monolingual

το, Ν
1. πόδι μαλακίου και ιδιαίτερα χταποδιού, πλόκαμος
2. ο πλόκαμος τών μαλλιών, πλεξούδα
3. (αλιευτ.) άλλη κοινή ονομασία για το παράμαλλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλοκάμιον, υποκορ. του αρχ. πλόκαμος.