πολείδιον

From LSJ

αἰθὴρ δ᾽ ἐλαφραῖς πτερύγων ῥιπαῖς ὑποσυρίζει (Aeschylus, Prometheus Bound 126) → The bright air fanned | whistles and shrills with rapid beat of wings.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολείδιον Medium diacritics: πολείδιον Low diacritics: πολείδιον Capitals: ΠΟΛΕΙΔΙΟΝ
Transliteration A: poleídion Transliteration B: poleidion Transliteration C: poleidion Beta Code: polei/dion

English (LSJ)

or πολίδιον, τό, Dim. of πόλις, Str.8.3.15,9.2.32, 10.1.5, EM147.22.

German (Pape)

[Seite 653] τό, dim. von πόλις, E. M 147, 16; u. so schreibt Kramer Strab. 8, 3, 15. 9, 2, 32 u. sonst.

Greek (Liddell-Scott)

πολείδιον: τό, ὑποκορ. τοῦ πόλις, Ἐτυμ. Μέγ. 147. 22 παρὰ Στράβ. 344, 412, 446 (ὀρθότ.) πολίδιον· τρίτος δὲ τύπος πολύδριον ἐν Α. Β. 857, Ἡσύχ. ἐν λ. πολίχνια, ἴδε Λοβεκ. Παθολ. 394.

Greek Monolingual

ή πολίδιον, τὸ, Α πόλις, -εως]
(υποκορ. του πόλις) μικρή πόλη.