σέως

From LSJ

λαγὼς τὸν περὶ τῶν κρεῶν τρέχει → save one's bacon, save one's neck, save one's skin

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σέως Medium diacritics: σέως Low diacritics: σέως Capitals: ΣΕΩΣ
Transliteration A: séōs Transliteration B: seōs Transliteration C: seos Beta Code: se/ws

English (LSJ)

ὁ, = σεισμός, dub. in Alc.26; v.l. σέος.

Greek Monolingual

και δ. αν. σέος, ὁ, Α
(ποιητ. τ.) ο σεισμός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για αμφβλ. γρφ.].