στεριφότης

From LSJ

ἔνδον γὰρ ἁνὴρ ἄρτι τυγχάνει, κάρα στάζων ἱδρῶτι καὶ χέρας ξιφοκτόνους → yes, the man is now inside, his face and hands that have slaughtered with the sword dripping with sweat

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στερῐφότης Medium diacritics: στεριφότης Low diacritics: στεριφότης Capitals: ΣΤΕΡΙΦΟΤΗΣ
Transliteration A: steriphótēs Transliteration B: steriphotēs Transliteration C: sterifotis Beta Code: sterifo/ths

English (LSJ)

-ητος, ἡ, stoutness, solidity, Sch.Il.11.256.

Greek (Liddell-Scott)

στερῐφότης: -ητος, ἡ, σκληρότης, τραχύτης, τὸ στερεόν, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Λ. 256.

Greek Monolingual

-ητος, ἡ, Α στέριφος (Ι)]
σκληρότητα, τραχύτητα.