συμπροΐημι
From LSJ
Σωτηρίας σημεῖον ἥμερος τρόπος → Auf Rettung deutet kultivierte Lebensart → Ein Hinweis auf die Rettung ist die sanfte Art
English (LSJ)
in Med., join in paying, of a bank official, BGU 1748.4 (i BC), al.
Russian (Dvoretsky)
συμπροΐημι: выбрасывать вперед, проталкивать (τὴν ναῦν Arst.).
Greek (Liddell-Scott)
συμπροΐημι: συμπροπέμπω, προπέμπω, Ἀριστ. Μηχαν. 4. 3, Θεόδ. Ὑρτακ. ἐν Ἀνεκδ. Boiss. τ. 2, σ. 439.
Greek Monolingual
ΜΑ
καταβάλλω από κοινού με άλλον χρηματικό ποσό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + προΐημι «αφήνω, παραδίδω»].