χρυσώνης

From LSJ

ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν στῆθι καὶ ἄμπνυε → but you, stop now and catch your breath | but do thou now stand, and get thy breath

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χρῡσώνης Medium diacritics: χρυσώνης Low diacritics: χρυσώνης Capitals: ΧΡΥΣΩΝΗΣ
Transliteration A: chrysṓnēs Transliteration B: chrysōnēs Transliteration C: chrysonis Beta Code: xrusw/nhs

English (LSJ)

χρυσώνου, ὁ, financial officer in Egypt, PBremen 83 iii4(iv A. D.), PLips.62i2, al. (iv A. D.), etc.

Greek (Liddell-Scott)

χρυσώνης: (;) ἐλέγετο ὃς ἐπὶ χρυσῷ ἐβρενθύετο, Σωφρ. Ἱεροσ. ἐν Spicil. Bom. τ. ΙΙΙ σ. 211.

Greek Monolingual

ὁ, ΜΑ
τίτλος αξιωματούχου τών οικονομικών υπηρεσιών στην Αίγυπτο
μσν.
ως επίθ. αυτός που καμαρώνει για το χρυσάφι του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)- + -ώνης (< ὠνοῦμαι «αγοράζω»), πρβλ. τελώνης].