ψευδοκατήγορος

From LSJ

ἀλλὰ διὰ τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις. ὁ γὰρ πᾶς νόμος ἐν ἑνὶ λόγῳ πεπλήρωται, ἐν τῷ Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → but be enslaved to each other through love; for the whole Torah is fulfilled in one statement: You will love your neighbor as yourself (Galatians 5:13f.)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ψευδοκατήγορος Medium diacritics: ψευδοκατήγορος Low diacritics: ψευδοκατήγορος Capitals: ΨΕΥΔΟΚΑΤΗΓΟΡΟΣ
Transliteration A: pseudokatḗgoros Transliteration B: pseudokatēgoros Transliteration C: psevdokatigoros Beta Code: yeudokath/goros

English (LSJ)

ὁ, false accuser, slanderer, Hsch. s.v. ἀνάδικοι, Cat.Cod.Astr.7.112.

German (Pape)

[Seite 1394] ὁ, falscher Ankläger, Verleumder, VLL.

Greek (Liddell-Scott)

ψευδοκατήγορος: -ον, ὁ ψευδῶς κατηγορῶν, συκοφάντης Ἡσύχ.

Greek Monolingual

ο, ΝΜΑ
πρόσωπο που διατυπώνει ψευδείς κατηγορίες εναντίον κάποιου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο)- + κατήγορος.