великолепие
From LSJ
Ὁ νοῦς γὰρ ἡμῶν ἐστιν ἐν ἑκάστῳ θεός → Mortalium cuique sua mens est deus → In jedem von uns nämlich wirkt sein Geist als Gott
Russian > Greek
ἀγλαΐα, ἀγλαΐη, αἴγλη, ἀρετή, διαπρεπές, διαυγασμός, λαμπρόν, λαμπρότης, μεγαλεῖον, μεγαλοεργία, μεγαλοπρέπεια, μεγαλοπρεπείη, μεγαλουργία, μεγαλοψυχία, περιαυγασμός, προστασία, σχῆμα, σχηματισμός, τὸ λαμπρόν