отношение
From LSJ
Ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → Whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses
Russian > Greek
πράγμα, πρῆγμα, πρῆχμα, σχέσις, κοινώνημα, κοινωνία, συννέμησις, συνάλλαγμα, σύζευξις, χρεία, ὅρος, λόγος, συμβόλαιον, μέρος