переселение
From LSJ
Russian > Greek
μεταβολή, ἐξοίκησις, κατοίκισις, μετάστασις, μετανάστασις, διοίκισις, μετοικεσία, μετοικία, μετοίκησις, μετοικισμός, μετάβασις, ἀνάστασις, συγκομιδή, ἐκτοπισμός
μεταβολή, ἐξοίκησις, κατοίκισις, μετάστασις, μετανάστασις, διοίκισις, μετοικεσία, μετοικία, μετοίκησις, μετοικισμός, μετάβασις, ἀνάστασις, συγκομιδή, ἐκτοπισμός