ἀγλαόκουρος
From LSJ
Πέτρος Ἰουδαίοις τάδε πρῶτα τεθέσπικε πιστοῖς → Peter has laid down the following first writing for the Jewish faithful
English (LSJ)
ἀγλαόκουρον, rich in fair youths, Κόρινθος Pi.O.13.5.
Spanish (DGE)
-ον de mozos espléndidos Κόρινθος Pi.O.13.5.
German (Pape)
[Seite 16] Κόρινθος, Pind. Ol. 13, 5, mit herrlichen Kindern.
Russian (Dvoretsky)
ἀγλαόκουρος: славный своей молодежью (Κόρινθος Pind.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀγλαόκουρος: -ον, ὁ πολλοὺς ἔχων καὶ λαμπροὺς νεανίας, Κόρινθος, Πίνδ. Ὀ. 13. 5.
English (Slater)
ἀγλᾰόκουρος, -ον with its splendid youth τὰνὀλβίαν Κόρινθονἀγλαόκουρον O.13.5.