ἀντλητικός
From LSJ
ὦ θάνατε παιάν, μή μ᾽ ἀτιμάσῃς μολεῖν· μόνος γὰρ εἶ σὺ τῶν ἀνηκέστων κακῶν ἰατρός, ἄλγος δ᾽ οὐδὲν ἅπτεται νεκροῦ. → O death, the healer, reject me not, but come! For thou alone art the mediciner of ills incurable, and no pain layeth hold on the dead.
English (LSJ)
ἀντλητική, ἀντλητικόν, for irrigation, ἄξων POxy.137.20 (vi A.D.); suitable for irrigation, κτήματα PFlor.148.3 (iii A.D.).
Spanish (DGE)
-ή, -όν
que sirve para el riego κτήματα PFlor.148.3 (III d.C.), βοῦν PWash.Univ.32.4 (III/IV d.C.), ἄξων POxy.137.20 (VI d.C.), cf. CPR 1.232.11.
Greek Monolingual
-ή, -ό
ο κατάλληλος για άντληση νερού.