ἐμπροσθίδιος
From LSJ
Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά → Ad multa cogit nos necessitas mala → Der Zwang der Not lässt vieles schlimme Leid geschehn
English (LSJ)
α, ον, = ἐμπρόσθιος (fore, front, in front, preceding), ADysc. Adv. 157.2, PMagBerol. 2.46.
Spanish (DGE)
-α, -ον
delantero, de delante ὁ ἐ. δεξιὸς πούς PMag.2.46, s. cont. A.D.Adu.157.2.
German (Pape)
[Seite 817] = Folgdm, Apoll. Dysc. de adv. p. 567, 2.
Greek (Liddell-Scott)
ἐμπροσθίδιος: -α, -ον, = τῷ ἑπομένῳ, Ἀπολλ. π. Ἐπιρρ. 567.
Greek Monolingual
ἐμπροσθίδιος, -α, -ον (Α)
ο εμπρόσθιος.