ἐμπρόσθιος

From LSJ

εἰς τὴν ἀγορὰν χειροτονεῖτε τοὺς ταξιάρχους καὶ τοὺς φυλάρχους, οὐκ ἐπὶ τὸν πόλεμον → you elect taxiarchs and phylarchs for the marketplace not for war

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμπρόσθιος Medium diacritics: ἐμπρόσθιος Low diacritics: εμπρόσθιος Capitals: ΕΜΠΡΟΣΘΙΟΣ
Transliteration A: emprósthios Transliteration B: emprosthios Transliteration C: emprosthios Beta Code: e)mpro/sqios

English (LSJ)

ἐμπρόσθιον,
A fore, like πρόσθιος, of the feet of a quadruped,opp. ὀπίσθιοι, ἐ. πόδες Hdt.4.60; σκέλη X.Eq.11.2, Arist.PA688a12, BCH35.286 (Delos); κῶλα Arist.PA687b28; οἱ ἐ. ὀδόντες Id.Ph.198b25; ἐ. τραύματα wounds in front, D.H.10.37.
II Astron., preceding in the daily motion of the heavens, Cleom.1.1.

Spanish (DGE)

-ον
• Morfología: [fem. -ία Arist.HA 513a25]
delantero, de delante, anterior de las patas de los cuadrúpedos, frec. op. ὀπίσθιοςtrasero’ πόδες Hdt.4.60, κῶλα Arist.PA 687b28, σκέλη Arist.PA 688a12, Str.16.4.16, X.Eq.11.2, Arist.HA 604b1, Plu.Eum.11, βοΐδιον κέρας δὲ ἕτερον οὐκ ἔχον οὐδ' ἐμπρόσθιον σκέλος ID 1409B.a.2.21, cf. 1400.25 (ambas II a.C.), Plu.2.917d
de otras partes ἡ ἐμπροσθία (φλέψ) Arist.HA 513a25
de partes del cuerpo humano τὸ δ' ἐμπρόσθιον (μέρος) τοῦ ποδός Arist.HA 494a12, cf. Sor.Fasc.52, αἱ ἐμπρόσθιαι τοῦ ἐγκεφάλου κοιλίαι Gal.8.215, τοὺς ἐμπροσθίους τοῦ μηροῦ μῦς Gal.2.311
de los dientes incisivos οἱ τομεῖς λεγόμενοι, τοῦτ' ἔστιν οἱ ἐμπρόσθιοι ὀδόντες Artem.1.31, cf. Arist.Ph.198b25, Hp.Epid.4.19
otros cont. τραύματα ἐμπρόσθια heridas de frente op. κατὰ νώτουpor la espalda’, D.H.10.37, ἐμπρόσθια ... τὰ πρὸς τῇ δύσει φασὶν εἶναι αὐτοῦ (τοῦ κόσμου) Cleom.1.1.155
subst. τὰ ἐ. la parte anterior de los signos zodiacales τοῦ Ταύρου καὶ τοῦ Λέοντος τὰ μὲν ἄνω καὶ ἐμπρόσθια Ptol.Tetr.3.12.13, cf. 2.3.14.

German (Pape)

[Seite 818] der Vordere; πόδες, σκέλη, Her. 4, 60; Xen. Equ. 11, 2; Plut. Eum. 1 1 u. A.; τραύματα, in der Brust, Dion. Hal. 10, 37.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
antérieur en parl. des membres antérieurs des animaux.
Étymologie: ἔμπροσθε.

Russian (Dvoretsky)

ἐμπρόσθιος: передний (πόδες Her., Arst., Plat.; σκέλη Xen., Arst.; ὀδόντες Arst.).

Greek (Liddell-Scott)

ἐμπρόσθιος: -ον, ὡς τὸ πρόσθιος, ἐμπροσθινός, ἐπὶ τῶν ποδῶν τῶν τετραπόδων, ἀντίθετον τῷ ὀπίσθιος, ἐμπρ. πόδες Ἡρόδ. 4. 60· σκέλη Ξεν. Ἱππ. 11, 2, Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 4. 10, 37 κ. ἀλλ.· ἐμπρ. τραύματα Διον. Ἁλ. 10. 37. - Ἐπίρρ. ἐμπροσθίως, ἐμπροσθίως πληγέντες ἐξήλαυνον ἐξοπισθίως Θεόδοτ. Ἀκρο. 1. 237.

Greek Monolingual

-α, -ο (AM ἐμπρόσθιος, -ον)
αυτός που βρίσκεται μπροστά, πρόσθιος, μπροστινός
αρχ.
αστρον. αυτός που προηγείται στην ημερήσια κίνηση του ουρανού.
επίρρ...
εμπροσθίως
κατά το εμπρόσθιο μέρος, από εμπρός.

Greek Monotonic

ἐμπρόσθιος: -ον, πρόσθιος, μπροστινός, λέγεται για τα πόδια τετραπόδου, σε Ηρόδ., Ξεν.

Middle Liddell

[from ἔμπροσθεν adj
fore, front, of an animal's feet, Hdt., Xen.

English (Woodhouse)

fore

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)