ὀγκίαι
From LSJ
τῶν λεγομένων τά μέν κατά συμπλοκήν λέγεται, τά δέ ἄνευ συμπλοκῆς → forms of speech are either simple or composite (Aristotle, Categoriae 1a16-17)
English (LSJ)
θημῶνες, χώματα, σιδηροθήκη, Hsch.
German (Pape)
[Seite 290] αἱ, erkl. Hesych. θημῶνες, χώματα.
Greek Monolingual
ὀγκίαι (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «θημῶνες, χώματα, σιδηροθήκη».
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄγκος (Ι) + κατάλ. -ία].