ὀνοσφαγία

From LSJ

τὸ γὰρ εὖ πράττειν παρὰ τὴν ἀξίαν ἀφορμὴ τοῦ κακῶς φρονεῖν τοῖς ἀνοήτοις γίγνεται → undeserved success engenders folly in unbalanced minds

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀνοσφᾰγία Medium diacritics: ὀνοσφαγία Low diacritics: ονοσφαγία Capitals: ΟΝΟΣΦΑΓΙΑ
Transliteration A: onosphagía Transliteration B: onosphagia Transliteration C: onosfagia Beta Code: o)nosfagi/a

English (LSJ)

ἡ, sacrifice of asses, Call.Fr.188 (pl.).

German (Pape)

[Seite 350] ἡ, das Schlachten, Opfern von Eseln, Callim. frg. bei Schol. Pind. P. 1, 49, im plur.

Greek (Liddell-Scott)

ὀνοσφᾰγία: ἡ, θυσία ὄνων, Καλλ. Ἀποσπ. 188. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 501.

Greek Monolingual

ὀνοσφαγία, ἡ (Α)
θυσία με σφαγιασμό όνων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄνος + -σφαγία (< -σφαγος < σφάζω), πρβλ. τεκνοσφαγία].