nocivo
From LSJ
Ξενία χαλεπὴ κατὰ πολλοὺς τρόπους → Gravis res multimodis peregrinatio → Die Fremde (Gastfreundschaft) ist in vieler Hinsicht eine Last
Spanish > Greek
δυσχερής, αἰτιατικός, δηλήμων, βλαπτικός, δαπτρεῖος, βλαβερός, δυσπαλής, ἀνιαρός, δάλεμος, δηλήσιμος, δηλητηριώδης, βλαβόεις, δηλητήριος, ἀνθρωπολοιγός, δηλήεις, ἀξιώλεθρος, ἄνοστος