признак
Russian > Greek
ἔνδειγμα, ἐπισημασία, ὑπόδειγμα, σημασία, ἐνθύμημα, ἐπίδειγμα, ἀναγνώρισμα, παράσημον, τέκμαρ, τέκμωρ, συμβόλαιον, τεκμήριον, δεῖγμα, ἐκκάλυμμα
ἔνδειγμα, ἐπισημασία, ὑπόδειγμα, σημασία, ἐνθύμημα, ἐπίδειγμα, ἀναγνώρισμα, παράσημον, τέκμαρ, τέκμωρ, συμβόλαιον, τεκμήριον, δεῖγμα, ἐκκάλυμμα