ὑπόδειγμα
κάλλιστον ἐφόδιον τῷ γήρᾳ ἡ παιδεία (Aristotle, quoted by Diogenes Laertius 5.21) → the finest provision for old age is education
English (LSJ)
-ατος, τό,
A sign, token, indication, v.l. in X.Eq.2.2 (pl.); φιλαγαθίας IG22.1011.81.
2 illustration, picture showing how something is to be done, Apollon.Cit.2,3.
II pattern, Plb.3.17.8; μετανοίας LXX Si.44.16, cf. 2 Ma.6.28; ὑπόδειγμα καὶ σκιά Ep.Hebr.8.5, cf. 9.23; τὸ ὑπόδειγμα τοῦ οἴκου LXX Ez.42.15: in Inscrr., πρὸς ὑπόδειγμα ἀρετῆς CIG2769,2774,2775d (add.), al. (Aphrodisias); καλὸν ὑπόδειγμα τῆς ἰδίας προαιρέσεως καταβαλλόμενος BMus.Inscr.925b22 (Branchidae, i B. C.): but also ὑπόδειγμα ἀπειθίας BGU747 ii 14 (ii A. D.); ὑπόδειγμα μελλόντων ἀσεβεῖν 2 Ep.Pet.2.6.
III example, instance, AP6.342, Ph.Bel.69.10, D.H.Comp.17, Hp.Ep.17, Herm. in Phdr.p.185 A.; ὑποδείγματος χάριν Nicom.Ar.1.8; specimen, BGU1141.43 (i B. C.), etc.: pl., Phld.Rh. 1.8 S., al.:—rejected as less correct than παράδειγμα by the Atticists, Phryn.4.
German (Pape)
[Seite 1214] τό, Anzeige, Kennzeichen, Merkmal, Sp. – Auch wie παράδειγμα, was Phryn. p. 12 vorzieht, Vorschrift, Beispiel, Muster, Pol. 3, 110, 6; ὑπόδειγμα τῷ πλήθει ποιῶν ἑαυτόν 3, 17, 8.
French (Bailly abrégé)
ατος (τό) :
1 signe, marque, indice;
2 modèle, exemple, échantillon.
Étymologie: ὑποδείκνυμι.
Russian (Dvoretsky)
ὑπόδειγμα: ατος τό
1 знак, признак Xen.;
2 образец, пример Polyb., Anth.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπόδειγμα: τό, σημεῖον, δεῖγμα, Ξεν. Ἱππ. 2, 2. ΙΙ. τύπος, ὑπογραμμός, Πολύβ. 3. 17, 8, Ἀνθολ. Π. 6. 342· συχν. ἐν Ἐπιγραφ. πρὸς ὑπόδειγμα ἀρετῆς Συλλ. Ἐπιγρ. 2769, 2774, 2775 (προσθῆκαι), κ. ἀλλ.· - ἀποδοκιμάζεται ὑπὸ τῶν ἀττικιζόντων ὡς ἧττον δόκιμον τοῦ παράδειγμα, Φρύν. 12 ἔκδ. Lob., ἴδε σημ. Rutherford ἐν New Phrynicus σ. 62.
English (Strong)
from ὑποδείκνυμι; an exhibit for imitation or warning (figuratively, specimen, adumbration): en-(ex-)ample, pattern.
English (Thayer)
ὑποδειγματος, τό (ὑποδείκνυμι, which see), a word rejected by the Atticists, and for which the earlier writers used παράδειγμα; see Lob. ad Phryn., p. 12; (Rutherford, New Phryn., p. 62). It is used by Xenophon, r. eq. 2,2, and among subsequent writings by Polybius, Philo, Josephus, Appian, Plutarch, Herodian, others; cf. Bleek, Brief a. d. a sign suggestive of anything, delineation of a thing, representation, figure, copy: joined with σκιά an example: for imitation, διδόναι τίνι, καταλελοιπεναι, τῆς ἀπειθείας, τούς Ρ᾽ομαιους ... εἰς ὑπόδειγμα τῶν ἄλλων ἐθνῶν καταφλέξειν τήν ἱεράν πόλιν, Josephus, b. j. 2,16, 4).
Greek Monolingual
το / ὑπόδειγμα, ΝΜΑ ὑποδείκνυμι
μτφ. παράδειγμα για μίμηση (α. «υπόδειγμα εκπαιδευτικού» β. «πρὸς ὑπόδειγμα ἀρετῆς», επιγρ.
γ. «ὑπόδειγμα τῷ πλήθει ποιῶν ἑαυτόν», Πολ.)
νεοελλ.
1. δείγμα, πρότυπο για την τήρηση ορισμένου σχεδίου ή ορισμένης τάξης («καταστάσεις βάσει υποδείγματος Α, Β...»)
2. φρ. «βιομηχανικό υπόδειγμα»
τεχνολ. προϊόν κατασκευασμένο με τις απαιτούμενες προδιαγραφές, το οποίο χρησιμοποιείται ως πρότυπο για τη μαζική παραγωγή ενός προϊόντος, αλλ. πρότυπο ή μοντέλο
μσν.
1. προηγούμενο («ἄνευ τινὸς ὑποδείγματος παρὰ τοὺς κανόνας ἐπίσκοπον χειροτονῆσαι», Λέων Μαγ.)
2. ορισμένη περίοδος («καὶ μέτρον ἡλικίας ὑπέδειξε καὶ ἡμερῶν τοῦ κηρύγματος ὑπόδειγμα», Επιφάν.)
μσν.-αρχ.
1. τύπος, μήτρα, καλούπι («τὸ δὲ καθ' ὅ, τὸ ἐνθύμιον δηλοῦν ἢ τὸ ἐκκείμενον ὑπόδειγμα τῷ τεχνίτῃ», Βασ.)
2. αντίγραφο («ἐν ἀληθείᾳ σέβειν αὐτὸν καὶ μηκέτι τύποις μηδὲ σκιαῖς καὶ ὑποδείγμασιν», Ωριγ.)
3. παρομοίωση, εικόνα («ὅθεν αὐτὸν ἐν παραβολῇ ἐκομίσατο τοὐτέστιν ἐν ὑποδείγματι ἐν τῷ κριῷ φησί», Ιωάνν. Χρυσ.)
αρχ.
1. παράγγελμα, εντολή («τοῦτο οὐκ οἴκοθεν λέγω τὸ ὑπόδειγμα, ἀλλ' ἀπὸ τῆς θείας γραφῆς», Ιωάνν. Χρυσ.)
2. περίπτωση.
Greek Monotonic
ὑπόδειγμα: τό, δείγμα, σημείο, σε Ξεν.· πρότυπο, σε Πολύβ.
Middle Liddell
ὑπό-δειγμα, ατος, τό,
a token, mark, Xen.:— a pattern, Polyb.
Chinese
原文音譯:ØpÒdeigma 虛坡-得格馬
詞類次數:名詞(6)
原文字根:在下-顯示
字義溯源:(為著模倣或警告而)展示,樣本,樣子,複本,模型,標記,記號,鑑戒,模倣,榜樣;源自(ὑποδείκνυμι / ὑποδεικνύω)=以實例施教),由(ὑπό)*=被,在⋯下)與(δείκνυμι / δεικνύω)*=顯示)組成。參讀 (δεῖγμα)同義字
出現次數:總共(6);約(1);來(3);雅(1);彼後(1)
譯字彙編:
1) 標記(2) 來8:5; 來9:23;
2) 鑑戒(1) 彼後2:6;
3) 榜樣(1) 雅5:10;
4) 一個榜樣(1) 約13:15;
5) 樣子(1) 來4:11
Mantoulidis Etymological
Ἀπό τό ὑποδείκνυμι → ὑπό + δείκνυμι, ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.