seguridad
Spanish > Greek
βέβαιος, βεβαιότης, γνῶμα, διαβεβαίωσις, εἰρήνη, τὸ ἀδεές, ἀβλάβεια, ἀβλαβία, τὸ ἀδιαμάρτητον, ἀκίνδυνος, ἀμεριμνία, ἀνεπιβούλευτος, ἀπημονίη, ἀπημοσύνη, ἀρραβών, ἀσαλέα, ἀσυλία, ἀσφάλεια, ἀσφάλειος, ἀσφαλής, ἀτρεμιότης, ἀψεύδεια, ἄδεια, ἐκβεβαίωσις, ἐκθάρρησις, ἐκθάρσημα, ἐνέγγυον