προσστέλλω

Revision as of 09:51, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_6)

English (LSJ)

   A bring close to, καρχησίῳ τὸ κέρας Luc.Am.6:—Med., keep close to, τοῖς ὀρεινοῖς, of a general, Plu.Sull.19.    2 tuck in, τοὺς μηρούς prob. in Arist.IA713a22.    II Pass., to be tight-drawn, close tucked in, προσεσταλμένος, of an abscess which does not project, Hp.Prog.7; προσστέλλεται τῷ χρωτὶ τὸ δέρμα Gal.18(2).599; ἰσχία ἔνδοθεν προσεσταλμένα loins drawn or tucked up, of dogs, X.Cyn.4.1, cf. Poll.5.58; κοιλία πλατεῖα καὶ π., ἰσχίον π., Arist.Phgn.807a34, 37; ἡ [τοῦ βονάσου] θρὶξ τῆς τοῦ ἵππου . . προσεσταλμένη μᾶλλον lying closer to the skin, Id.HA630a25; αἱ σάρκες αὐτοῖς ὀστέοις π. Luc.Am.14; αἰδοῖον, τιτθοὶ π., Gal.8.451,452; φύλλα Dsc.4.88; προστείλας (leg. προσστ-) τὰ ἄρθρα reducing swellings in the joints, Philagr. ap. Aët. 12.49.    2 metaph., to be orderly, modest, ἐπιστήμη προσεσταλμένη καὶ κοσμία Pl.Grg.511d.    III v. προστέλλω.

German (Pape)

[Seite 780] eigtl. ein Kleid fest anlegen; χιτὼν προσεσταλμένος, ein glatt, fest anliegendes Gewand, im Ggstz des faltenreichen, bauschigen; dah. übh. glatt, fest anliegend, χαίτη, Arist. H. A. 9, 45; u. übertr., schlicht, sich nicht brüstend, bescheiden, ἐπιστήμη προσεσταλμένη καὶ κοσμία, Plat. Gorg. 511 d; aber προσεστέλλετο τοῖς ὀρεινοῖς Plut. Sull. 19 ist = er lehnte sich an die Berge.

Greek (Liddell-Scott)

προσστέλλω: ἐπιθέτω, προσαρμόζω, καρχησίῳ τὸ κέρας Λουκ. Ἔρωτ. 6· - Μέσ., μένω πλησίον, τοῖς ὀρεινοῖς, ἐπὶ στρατηγοῦ, Πλουτ. Σύλ. 19. ΙΙ. ἐν τῷ παθητ. πρκμ. προσεσταλμένος (διάφ. γραφ. προεσταλμένος), adstrictus, ἐπὶ ἀποστήματος μὴ εἰς ὀξὺ ἀποκυρτουμένου, Ἱππ. Προγν. 39, πρβλ. Γαλην. 12. 254F· ἰσχία προσεσταλμένα, συνεσταλμένα, συνεσφιγμένα, ἐπὶ κυνῶν, Ξεν. Κυν. 4. 1, πρβλ. Πολυδ. Ε΄, 58· κοιλία πλατεῖα καὶ πρ., ἰσχίον πρ. Ἀριστ. Φυσιογν. 3, 1· ἡ [τοῦ βονάσου] θρὶξ τῆς τοῦ ἵππου... προσεσταλμένη μᾶλλον, εἶναι μᾶλλον συνεσταλμένη πρὸς τὸ δέρμα, αὐτ. Ἱστ. Ζ. 9. 45, 2· αἱ σάρκες ὀστέοις πρ. Λουκ. Ἔρωτες 14· αἰδοῖον, τιτθοὶ πρ. Γαλην. 2)μεταφ., ἐπιστήμη προσεσταλμένη καὶ κοσμία Πλάτ. Γοργ. 511D.