λιμνολογία

Greek Monolingual

η
η επιστήμη που ασχολείται με την έρευνα και τη μελέτη τών λιμνών και τών έμβιων όντων που ζουν σ' αυτές.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. limnology < limn(o)- (< λίμνη) + -logy (< -λογία < -λόγος < λέγω)].