ἐπαναστροφή
English (LSJ)
ἡ,
A = ἀναστροφή, return, of the chorus, Sch.Ar.Nu.596.
2 Rhet., repetition of the last word or words of a sentence at the beginning of the next, Hermog.Id.1.12; of the syllables -μια in Σαμία μία ναῦς Eust.1751.40.
German (Pape)
[Seite 901] ἡ, bei den Rhett. eine Figur, welche ein Satzglied mit dem Worte anfängt, mit dem das vorangehende schließt, Eust.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπαναστροφή: ἡ, = ἀναστροφή, ἐπιστροφή, Εὐστ. Πονημάτ. 253. 78: - σχῆμα ῥητορικὸν, ὅταν τὸ τέλος κώλου τινὸς ἑτέρου κώλου ἀρχὴ γένηται, ὡς π.χ. «οὐ γὰρ δήπου Κτησιφῶντα μὲν δύναιτο διώκειν δι’ ἐμέ, ἐμὲ δέ, κτλ.» (Δημοσθ.) Ἑρμογέν. Ρητορ. 286. 1.
Greek Monolingual
η (AM ἐπαναστροφή) επαναστρέφω
αναστροφή, επιστροφή, γυρισμός (και ειδ. για χορό)
νεοελλ.
1. ιατρ. η επάνοδος ενός ιστού ή οργάνου σε προηγούμενα στάδια της εξελίξεως του
2. (φιλοσ.) «η αιώνια επαναστροφή» — η φιλοσοφική δοξασία κατά την οποία όλα τα όντα και τα φαινόμενα επαναλαμβάνονται, επανέρχονται με όμοιο τρόπο και με την ίδια σειρά εξελίξεως, μετά τη συμπλήρωση ενός μεγάλου χρονικού διαστήματος απροσμέτρητου για τον άνθρωπο
3. χημ. το φαινόμενο της συμπτύξεως απλών σακχάρων σε πολυσακχαρίτες με αποβολή μορίων νερού
αρχ.
ρητορικό σχήμα κατά το οποίο το τέλος ενός τμήματος λόγου (προτάσεως, περιόδου κ.λπ.) γίνεται αρχή του επομένου, π.χ. «οὐ γὰρ δήπου Κτησιφῶντα μὲν δύναιτο διώκειν δι' ἐμέ, ἐμὲ δέ...», Δημοσθ.).
Wikipedia DE
Epanastrophe (griechisch für „Wiederumwendung“) ist in der Verslehre die Wiederholung des letzten Verses einer Strophe als Anfangsvers der folgenden Strophe.
In der Rhetorik ist Epanastrophe synonym mit dem gebräuchlicheren Begriff Anadiplose, also der rhetorischen Figur der Wiederholung des letzten Wortes eines Satzes am Anfang des nächsten.