Ar. and P. ἱμάτιον, τό, χλανίς, ἡ, χλαμύς, ἡ (Xen.), Ar. and V. χλανίδιον, τό, χλαῖνα, ἡ, φᾶρος, τό, φάρος, τό, V. εἷμα, τό.
coarse cloak: Ar. and P. τρίβων, ὁ, τριβώνιον, τό.
wearing a mantle: use Ar. and P. ἀμπεχόμενος.