ἐξαποδύνω

From LSJ
Revision as of 06:33, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (12)

δόξειε δ' ἂν τῆς κυριωτάτης καὶ μάλιστα ἀρχιτεκτονικῆς. τοιαύτη δ' ἡ πολιτικὴ φαίνεται → It would seem to belong to the most authoritative art and that which is most truly the master art. And politics appears to be of this nature.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐξαποδύνω Medium diacritics: ἐξαποδύνω Low diacritics: εξαποδύνω Capitals: ΕΞΑΠΟΔΥΝΩ
Transliteration A: exapodýnō Transliteration B: exapodynō Transliteration C: eksapodyno Beta Code: e)capodu/nw

English (LSJ)

   A put off, εἵματα Od.5.372. ἐξαποίνασθαι, v. ἐξαπαιολεῖσθαι.

German (Pape)

[Seite 871] sich ausziehen, εἵματα Od. 5, 372.

Greek (Liddell-Scott)

ἐξαποδύνω: ἀπεκδύομαι, εἵματα δ’ ἐξαπέδυνε Ὀδ. Ε. 372.

French (Bailly abrégé)

seul. impf. 3ᵉ sg. ἐξαπέδυνε;
dépouiller de, avec double acc..
Étymologie: ἐξ, ἀποδύνω.

English (Autenrieth)

put off; εἵματα, Od. 5.372†.

Spanish (DGE)

quitarse εἵματα δ' ἐξαπέδυνε Od.5.372.

Greek Monolingual

ἐξαποδύνω (Α)
βγάζω τα ρούχα, γδύνομαι («εἵματα δ' ἐξαπέδυνε» — έβγαλε τα ρούχα του, πέταξε τα φορέματα, Ομ. Οδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + αποδύνω «γδύνω», παράλλ. τ. του απο-δύω].