καταρρακτή
From LSJ
Λιμὴν ἀτυχίας ἐστὶν ἀνθρώποις τέχνη → Ars est hominibus portus infortunii → Vor Unglück bietet Menschen Zuflucht Kunstverstand
Greek Monolingual
και καταρραχτή, η (Α καταρράκτη)
βλ. καταρρακτός.
Λιμὴν ἀτυχίας ἐστὶν ἀνθρώποις τέχνη → Ars est hominibus portus infortunii → Vor Unglück bietet Menschen Zuflucht Kunstverstand
και καταρραχτή, η (Α καταρράκτη)
βλ. καταρρακτός.